H νέα περιδίνηση της Δημοκρατικής Αριστεράς

Του Σίμου Ανδρονίδη



Η αποχώρηση του Σπύρου Λυκούδη και της Μεταρρυθμιστικής Τάσης από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς, οδηγεί το ήδη συρρικνωμένο κοινωνικά και πολιτικά κόμμα της ‘ανανεωτικής’ Αριστεράς σε μία νέα περιδίνηση. Η Μεταρρυθμιστική Τάση του κόμματος, με άτυπο επικεφαλής τον Σπύρο Λυκούδη, βουλευτή επικρατείας, τύποις διαφώνησε με την διεξαγωγή του συνεδρίου του κόμματος, ζητώντας την επ’ αόριστον αναβολή του, για λόγους που σχετίζονται με την στάθμιση των ευρύτερων πολιτικών εξελίξεων της επόμενης περιόδου. Όμως, ουσιαστικά, η διαφωνία τους ήταν βαθύτατα πολιτική. 

Η Μεταρρυθμιστική Τάση του κόμματος επιζητούσε την οργανική συμμετοχή του κόμματος στις διεργασίες και τις διαβουλεύσεις που θα έχουν στόχο την συγκρότηση της «μεγάλης» Κεντροαριστερής παράταξης που θα κινηθεί και θα «δράσει» στον ενδιάμεσο πολιτικό χώρο μεταξύ Ν.Δ και ΣΥΡΙΖΑ. Η Μεταρρυθμιστική Τάση δεν αποτιμούσε κριτικά την συμμετοχή του κόμματος στην κυβέρνηση, εγείροντας νέες ενστάσεις στο εσωτερικό του κόμματος. 

Η αποτίμηση της συμμετοχής στην κυβέρνηση, η αναγκαιότητας λήψης αντεργατικών μέτρων και από την ΔΗΜ.ΑΡ η οποία «έδρασε» ως οργανικό μέρος της συγκυβέρνησης, ταλάνισαν το εσωτερικό της οργανωτικής και πολιτικής συσσωμάτωσης που ονομάζεται Δημοκρατική Αριστερά. Η πολιτική, προγραμματική και ιδεολογική διαφοροποίηση στο εσωτερικό της κομματικής «μορφής», όρισε και προσδιόρισε συνάμα την πορεία και την «εξέλιξη» του κόμματος μετά το πολύ κακό αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών του Μαΐου. Η πλειοψηφία του κόμματος, επιζητεί την πολιτική και ιδεολογική «αποστοίχηση» του κόμματος από τις συντηρητικές πολιτικές, «αποκλείοντας» την κυβερνητική συμπόρευση με το κόμμα της Ν.Δ. 

Η πολιτική αυτή στάση προσιδιάζει σε μία επιχειρούμενη διαδικασία πολιτικού διαλόγου και προγραμματικής σύγκλισης με τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς όμως, την ίδια στιγμή, να απορρίπτεται δομικά και στρατηγικά η «συμπόρευση» με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο νοείται ως εταίρος στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Οι αντιφάσεις πολιτικής στρατηγικής και τακτικής «διατρέχουν» και «διαπερνούν» το εσωτερικό του κόμματος της Δημοκρατικής Αριστεράς. Η αποκρυστάλλωση ενός δομικού δυϊσμού μεταξύ πλειοψηφίας και Μεταρρυθμιστικής Τάσης, ισούται με την «έλλειψη» μίας σταθερής και συνεκτικής πολιτικής γραμμής. Και αυτός ο δομικός δυϊσμός που «διέτρεχε» οργανικά το «σώμα» της Δημοκρατικής Αριστεράς, «επιλύθηκε» τρόπον τινά, με την αποχώρηση της Μεταρρυθμιστικής Τάσης από το κόμμα. Οι δομικές πολιτικές αντιφάσεις που έχουν συσσωρευτεί στο εσωτερικό του κόμματος παράγουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για την εδραίωση και παγίωση μίας μορφής κόμματος που ταλανίζεται μεταξύ της οργανικής και επί ίσους όρους συμμετοχή στη συγκρότηση της «μεγάλης» Κεντροαριστεράς ή της προσίδιας διαδικασίας προγραμματικής και ιδεολογικής συμπόρευσης με το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. 

Σε περίπτωση επιλογής της δεύτερης περίπτωσης, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν γένει κοινωνική, πολιτική και εκλογική της επιρροή είναι μικρή, η ΔΗΜ.ΑΡ θα συμμετάσχει «ατελώς» στη διαδικασία «αλλαγής» του κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι, που θέλει να επιχειρήσει μία πιθανή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Και λέμε «ατελώς» διότι πέρα από την χαμηλή εκλογική της επιρροή, η «μορφή» ΔΗΜ.ΑΡ, ως κοινωνική-πολιτική συγκρότηση και ιδεολογία δεν υφίσταται στο χώρο του κοινωνικού, (συνδικάτα), πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που έχουν να κάνουν με «επαγγελματικές» ενώσεις (βλ. Δικηγορικούς Συλλόγους), στον κοινωνικό «χώρο» όπου υπάρχει ένα ιδεολογικό και πολιτικό «συνεχές» με τις παραδόσεις της ‘ανανεωτικής’ αριστεράς (ΚΚΕ Εσωτερικού). 

Οι αντιφάσεις πολιτικής, οι αντιφάσεις ιδεολογίας, τέμνουν κάθετα και οριζόντια το κόμμα. Σε αυτές τις αντιφάσεις έρχονται να προστεθούν και οι επάλληλες πολώσεις που διαμορφώνουν και αποκρυσταλλώνουν έναν «ολικό» τύπο κόμματος που παράγει δομικές αποστοιχίσεις και αποκλίσεις πολιτικής στο εσωτερικό του. Η πολιτική διαπάλη δεν νοείται ως ένα «ενιαίο» όλο, που, παρά τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν δύναται να οδηγήσει στην υιοθέτηση μίας συγκεκριμένης πολιτικής στρατηγικής η οποία και θα προσδώσει έδραση και «ποιοτικό» πολιτικό βάρος στο κόμμα. 

Έτσι, εν τη απουσία ενός ξεκάθαρου και συνεκτικού πολιτικού και ιδεολογικού στίγματος, η ΔΗΜ.ΑΡ συστρέφεται (σύνδεση παρελθόντος & παρόντος) μεταξύ «Αριστεράς» και «Κεντροαριστεράς» μεταξύ «αντιπολιτευτικής» διάστασης και «ζώσας» κυβερνητικής πρακτικής και πράξης (κυβερνώσα αριστερά), μεταξύ περιχαρακωμένων κοινωνικών ορίων και διευρυμένων κυβερνητικών πρακτικών (βλ. την συμμετοχή του κόμματος στην κυβέρνηση και τις πρακτικές που υιοθέτησε). 

Τα στελέχη του κόμματος δεν φαίνεται να έχουν αντλήσει τα αναγκαία συμπεράσματα από την συμμετοχή του κόμματος στην κυβέρνηση, εκεί όπου συνέβαλε ως οργανικό «υποσύνολο» στην υιοθέτηση πολιτικών και μέτρων που έτειναν να επιδεινώνουν τους όρους διαβίωσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Και η ίδια δομική αντίφαση εγγράφεται και εγγραφόταν στα βασικά πολιτικά χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν την «ύπαρξη» την δράση και την πολιτική λειτουργία της ΔΗΜ.ΑΡ: Ένας προσίδιος ‘αριστερός συστημισμός», που στο όνομα της αναγκαίας διατήρησης ενός ιδεολογικού, τύποις αριστερού βολονταρισμού (κυβερνώσα και «υπεύθυνη» αριστερά) συμμετείχε σε πολιτικές αναδιανομής πλούτου και ισχύος που είχαν αντίστροφη φορά: από τα «κάτω» προς τα «άνω». Από το μπλοκ των λαϊκών-καταπιεσμένων τάξεων στο αστικό συγκρότημα εξουσίας. 

Η σύντομη περίοδος συμμετοχής της Δημοκρατικής Αριστεράς, η «εμπειρία» και η ζώσα και ενεργή πρακτική της ως περιώνυμος κυβερνητικός εταίρος, της προσέδωσαν χαρακτηριστικά ενός οιονεί «ημικρατικού» κόμματος, ενός κόμματος που ως κυβερνητικός εταίρος συμφύεται (σε επίπεδο κομματικής κορυφής) με τα κρατικά διακυβεύματα και επίδικα της συγκεκριμένης πολιτικής περιόδου. 

Η «ημικρατικοποίηση» του κόμματος συντελείται σε δύο άξονες: 1. Στην κυβερνητική πρακτική του κόμματος, εκεί όπου μετουσιώνεται σε πράξη η ιδεολογική αντίληψη του περί κυβερνώσας αριστεράς. Σε αυτή την περίπτωση η ιδεολογία «εργαλειοποιείται» γινόμενη η αναγκαία όσο και απαραίτητη νομιμοποιητική «βάση» συμμετοχής στην κυβέρνηση. 2. Στην ίδια την πορεία και την εξέλιξη του κόμματος. Είναι εντυπωσιακό το πώς ένα κόμμα που ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 2010, μετά την αποχώρηση της τότε ‘Ανανεωτικής’ πτέρυγας από τον τότε Συνασπισμό, «διέτρεξε» όλες τις μορφές κομματικής-πολιτικής οργάνωσης φθάνοντας, εν μέσω περιβάλλοντος βαθιάς οικονομικής κρίσης, να συμμετάσχει σε μία κυβέρνηση συνασπισμού με Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ. 

Η συμπύκνωση του προτσές κοινωνικής και πολιτικής κίνησης του κόμματος, το κομβικό σημείο (σημείο τομής) στην πορεία του, θεωρείται η συμμετοχή στην κυβέρνηση συνασπισμού. Η αποχώρηση του κόμματος από την κυβέρνηση τον Ιούνιο του 2013, απέτρεψε την «ολική του κρατικοποίηση», την οργανική και δομική του σύμφυση με το κράτος και τις «πλευρές» άσκησης κρατικής-κυβερνητικής πολιτικής. Και σε αυτή την βαθιά πολιτική διαδικασία συνέβαλλε η επιτάχυνση των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων, λόγω του κλεισίματος της ΕΡΤ, κάτι που προκάλεσε την αντίδραση και την δραστηριοποίηση της οργανωμένης βάσης του κόμματος. 

Όταν οι δομικές και οργανικές αντιφάσεις ενός κόμματος δεν αντιμετωπίζονται ως μία επίπονη διαδικασία που θα οδηγήσει στην άντληση των αναγκαίων πολιτικών συμπερασμάτων, τότε νοούνται ως «αποτυπώματα» που εμποδίζουν και αποτρέπουν την αδιατάρακτη πορεία του κόμματος εντός του ευρύτερου ιστορικού και κοινωνικού προτσές κίνησης. Κάτι που οδηγεί στην οργανωτική διάσπαση και σε μία οιονεί περιχαράκωση. Και πολλές φορές η οργανωτική και πολιτική διάσπαση νοείται ως η «επίλυση» των δομικών αντιφάσεων που διαπερνούν οριζόντια και κάθετα το εσωτερικό του κόμματος.
H νέα περιδίνηση της Δημοκρατικής Αριστεράς H νέα περιδίνηση της Δημοκρατικής Αριστεράς Reviewed by Afterhistory on 12:30:00 μ.μ. Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.